dicționar poloneză - greacă

język polski - ελληνικά

przystanek autobusowy în greacă:

1. η στάση λεωφορείου η στάση λεωφορείου



Greacă cuvântul "przystanek autobusowy„(η στάση λεωφορείου) apare în seturi:

grecki przydatne zwroty AI
grecki podróże

2. στάση λεωφορείου στάση λεωφορείου


Είσαι σίγουρος ότι αυτή είναι στάση λεωφορείου;
Η στάση λεωφορείου είναι δίπλα στον κινηματογράφο.